Το κοινωνικό στρες γερνάει πρόωρα το ανοσοποιητικό μας σύστημα.

Το κοινωνικό στρες, όπως οι διακρίσεις και τα οικογενειακά προβλήματα, μαζί με τα προβλήματα εργασίας και τα οικονομικά προβλήματα, συμβάλουν στην πρόωρη γήρανση του ανοσοποιητικού μας συστήματος, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη. 
Η γήρανση του ανοσοποιητικού συστήματος οδηγεί, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, σε διάφορες ανισορροπίες και παθήσεις και οι άνθρωποι με υψηλότατο στρες έχουν προφίλ ανοσοποιητικού που μοιάζει με ανοσοποιητικό ηλικιωμένων, με χαμηλότερα και φθαρμένα ποσοστά Τ- κυττάρων – δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Eric T. Klopack, μεταδιδακτορικός ερευνητής στη Σχολή Γεροντολογίας Leonard Davis του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας.
Τα Τ-κύτταρα είναι μερικοί από τους σημαντικότερους αμυντικούς του οργανισμού μας, οι οποίοι εκτελούν διάφορες βασικές λειτουργίες. 
Τα “φονικά” Τ-κύτταρα μπορούν να εξαλείψουν άμεσα τα μολυσμένα από βακτήρια κύτταρα και τα καρκινικά κύτταρα και βοηθούν στην εξάλειψη των λεγόμενων “κυττάρων-ζόμπι”, των γερασμένων κυττάρων που δεν διαιρούνται πλέον αλλά αρνούνται να πεθάνουν.
Τα γερασμένα κύτταρα αποτελούν πρόβλημα επειδή απελευθερώνουν μια ποικιλία πρωτεϊνών που επηρεάζουν τους ιστούς γύρω τους. 
Τα κύτταρα αυτά έχει αποδειχθεί ότι συμβάλλουν στη χρόνια φλεγμονή. 
Καθώς συσσωρεύονται όλο και περισσότερα στο σώμα, προάγουν καταστάσεις γήρανσης, όπως η οστεοπόρωση,
η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια 
και η νόσος Αλτσχάιμερ.

Εκτός του ότι διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα στρες είχαν περισσότερα κύτταρα-ζόμπι, ο Eric T. Klopack και η ομάδα του διαπίστωσαν ότι είχαν επίσης λιγότερα Β κύτταρα ή αφελή Β κύτταρα, τα οποία είναι τα νεαρά, φρέσκα κύτταρα που απαιτούνται για να αντιμετωπίσουν νέους εισβολείς.
“Αυτή η εργασία προσθέτει στα ευρήματα ότι το ψυχολογικό στρες από τη μία πλευρά και η ευημερία και η οικονομική ευμάρεια από την άλλη πλευρά, συνδέονται άμεσα με την ανοσολογική γήρανση”, δήλωσε η κλινική ψυχολόγος Suzanne Segerstrom, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Η Suzanne Segerstrom, καθηγήτρια αναπτυξιακής, κοινωνικής και υγειονομικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Kentucky in Lexington, έχει μελετήσει τη σχέση μεταξύ της αυτορρύθμισης, του στρες και της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος.
“Σε μία από τις νεότερες μελέτες μας οι ηλικιωμένοι με καλή ψυχολογία είχαν “νεότερα” Τ-κύτταρα”, δήλωσε η Suzanne Segerstrom.
Κακές συμπεριφορές υγείας
Η μελέτη του Eric T. Klopack, που δημοσιεύθηκε στο Proceedings of the National Academy of Sciences, ανέλυσε βιοδείκτες αίματος 5.744 ενηλίκων άνω των 50 ετών που συλλέχθηκαν στο πλαίσιο της Health and Retirement Study, μιας μακροπρόθεσμης εθνικής μελέτης οικονομικών, υγειονομικών, συζυγικών και οικογενειακών πιέσεων σε ηλικιωμένους Αμερικανούς.

Η διά βίου έκθεση σε στρεσογόνες συνθήκες αποτελεί γνωστό παράγοντα κινδύνου για χειρότερη υγεία, αυξάνοντας τον κίνδυνο πρόωρης εμφάνισης ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία!

Στα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη τέθηκαν ερωτήσεις σχετικά με τα επίπεδα κοινωνικού στρες, τα οποία περιελάμβαναν “αγχωτικά γεγονότα ζωής,
χρόνιο στρες,
καθημερινές διακρίσεις και διακρίσεις κατά τη διάρκεια της ζωής”
, δήλωσε ο Eric T. Klopack.

Στη συνέχεια, οι απαντήσεις τους συγκρίθηκαν με τα επίπεδα των Τ-κυττάρων που βρέθηκαν στις εξετάσεις αίματος.
“Είναι η πρώτη φορά που συλλέγονται λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα ανοσοκύτταρα σε μια μεγάλη εθνική έρευνα και διαπιστώσαμε ότι οι ηλικιωμένοι ενήλικες με χαμηλά ποσοστά αφελών κυττάρων και υψηλά ποσοστά ηλικιωμένων Τ-κυττάρων έχουν ένα πιο γερασμένο ανοσοποιητικό σύστημα”.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι η συσχέτιση μεταξύ στρεσογόνων γεγονότων ζωής και λιγότερων αφελών Τ-κυττάρων παρέμεινε ισχυρή ακόμη και μετά τον περιορισμό του καπνίσματος, 
της κατανάλωσης αλκοόλ και του βάρους δήλωσε ο Eric T. Klopack.
Αυτό που διαφοροποίησε τη σύνδεση μεταξύ των επιπέδων κοινωνικού στρες και της γήρανσης του ανοσοποιητικού συστήματος ήταν η διόρθωση της διατροφής και η επέκταση της  άσκησης.
Το εύρημα αυτό δείχνει το πόσο γερνάει το ανοσοποιητικό μας σύστημα όταν είμαστε στρεσαρισμένοι και πως αυτό είναι στο χέρι μας να το διορθώσουμε επεσήμανε ο Eric T. Klopack.
Πώς το στρες επηρεάζει τον εγκέφαλο
Καθώς οι ορμόνες του στρες κατακλύζουν το σώμα, τα νευρωνικά κυκλώματα στον εγκέφαλο αλλάζουν, επηρεάζοντας την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε και να παίρνουμε αποφάσεις, λένε οι ειδικοί. 

Το άγχος αυξάνεται και η διάθεση αλλάξει. 
Όλες αυτές οι νευρολογικές αλλαγές επηρεάζουν ολόκληρο το σώμα, συμπεριλαμβανομένου του αυτόνομου νευρικού,
του ενδοκρινικού και του ανοσοποιητικού μας συστήματος.

“Οι πιο συνηθισμένοι στρεσογόνοι παράγοντες είναι αυτοί που λειτουργούν χρόνια, συχνά σε χαμηλό επίπεδο και μας αναγκάζουν να συμπεριφερόμαστε με συγκεκριμένους τρόπους. 
Για παράδειγμα, το να είμαστε “στρεσαρισμένοι” μπορεί να μας κάνει να είμαστε αγχωμένοι ή/και καταθλιπτικοί, να χάνουμε τον ύπνο μας τη νύχτα, 

να τρώμε φαγητά παρηγοριάς και να προσλαμβάνουμε περισσότερες θερμίδες από όσες χρειάζεται ο οργανισμός μας και να καπνίζουμε ή να πίνουμε υπερβολικά αλκοόλ”, έγραψε ο γνωστός νευροενδοκρινολόγος Bruce McEwen σε μια ανασκόπηση του 2017 σχετικά με τις επιπτώσεις του στρες στον εγκέφαλο.

Από τη σκοπιά των ατόμων κύριος στόχος πρέπει να είναι η προσπάθεια βελτίωσης της ποιότητας και της ποσότητας του ύπνου,
η βελτίωση της κοινωνικής υποστήριξης και η προώθηση μιας θετικής προοπτικής για τη ζωή, η διατήρηση μιας υγιεινής διατροφής,
η αποφυγή του καπνίσματος και η τακτική μέτρια σωματική δραστηριότητα.
Όσον αφορά τη σωματική δραστηριότητα, δεν είναι απαραίτητο να γίνει κάποιος ακραίος αθλητής και η μέτρια σωματική δραστηριότητα έχει οφέλη για τον εγκέφαλο και το σώμα.

Ο Bruce McEwen*, ο οποίος έκανε το 1968 την ανακάλυψη-ορόσημο ότι ο ιππόκαμπος του εγκεφάλου μπορεί να μεταβληθεί από ορμόνες του στρες, όπως η κορτιζόλη, έλεγε
“Το να είμαστε “στρεσαρισμένοι” μπορεί επίσης να μας κάνει να παραμελήσουμε να βλέπουμε φίλους,
να πάρουμε άδεια από τη δουλειά μας,
να μειώσουμε τη σωματική δραστηριότητα, καθώς, για παράδειγμα, καθόμαστε σε έναν υπολογιστή και προσπαθούμε να ξεφύγουμε από το βάρος των πολλών υποχρεώσεων”

Τι να κάνουμε
Οι ειδικοί μας λένε πως ναι, υπάρχουν τρόποι για να σταματήσουμε το άγχος στην πορεία του. 

Οι βαθιές αναπνοές ενεργοποιούν το παρασυμπαθητικό νευρικό μας σύστημα, το αντίθετο της αντίδρασης “φυγής ή μάχης”. 

          *Το έργο του Bruce S. McEwen άλλαξε την κατανόησή μας για το πώς αλλάζει ο εγκέφαλος σε όλη μας τη ζωή.
Γνωστός για τις μελέτες του σχετικά με το πώς οι ορμόνες του στρες αναδιαμορφώνουν τα νευρικά κυκλώματα και τις δομές του εγκεφάλου, το έργο του McEwen έχει βαθιές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, επηρεάζοντας τις συνθήκες από τη φυσιολογική γήρανση έως τις νευροεκφυλιστικές ασθένειες, την κατάθλιψη και τη διαταραχή μετατραυματικού στρες/PTSD
Το να κινούμε το σώμα μας σαν να βρίσκεται σε αργή κίνηση είναι ένας άλλος τρόπος για να ενεργοποιήσουμε αυτό το αντανακλαστικό ηρεμίας, λένε οι ειδικοί και σαν άμεσο και γρήγορο “εργαλείο” προτείνουν τη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία/ cognitive behavioral therapy, γνωστή και ως γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία.

Η γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία, είναι μια ψυχοκοινωνική παρέμβαση που είναι η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη πρακτική που βασίζεται σε τεκμηριώσεις για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας και των διαταραχών προσωπικότητας.
Με γνώμονα την εμπειρική έρευνα, επικεντρώνεται στην ανάπτυξη προσωπικών στρατηγικών αντιμετώπισης που στοχεύουν στην επίλυση των σημερινών προβλημάτων και στην αλλαγή των προβληματικών μορφών των γνωστικών προσεγγίσεων, όπως σκέψεις,
πεποιθήσεις,
διαθέσεις, συμπεριφορές και συναισθηματική ρύθμιση. 

Αρχικά σχεδιάστηκε για να θεραπεύει την κατάθλιψη και τώρα χρησιμοποιείται για πολλές καταστάσεις ψυχικής υγείας.
Στο πλαίσιο της θεραπείας, η εστίαση τοποθετείται στον τρόπο που το άτομο αντιλαμβάνεται ένα γεγονός και πώς το αξιολογεί, και όχι τόσο στο γεγονός το ίδιο.
Οι γνωστικές διεργασίες που συμβαίνουν αυτόματα κατά την διάρκεια της αξιολόγησης είναι ο στόχος στη διάρκεια της θεραπείας. 
Μία προβληματική αξιολόγηση ενός συμβάντος μπορεί να οδηγήσει στην διαμόρφωση λανθασμένης πεποίθησης με αποτέλεσμα μία διαφορετική συμπεριφορά του ατόμου προς το συμβάν αυτό απ’ ότι θα είχε αν το αξιολογούσε διαφορετικά.
Η γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία, έχει αποδειχθεί σε τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές ότι ανακουφίζει και απαλύνει από την κατάθλιψη, 
το άγχος, 
την εμμονική σκέψη και τις διαταραχές ύπνου,
τη διαταραχή μετατραυματικού στρες και πολλά άλλα. 
Αυτή η πρακτική τείνει να εστιάζει περισσότερο στο παρόν παρά στο παρελθόν και είναι συνήθως μια βραχυπρόθεσμη θεραπεία, όπως χαρακτηριστικά λένε οι ειδικοί.
μετάφραση και επειμέλεια κειμένου ntina/thalia-botanologia.gr
Share: