Μακαρονόπιτα- Επιστροφή στους θησαυρούς του γαστρονομικού μας πολιτισμού

Η μακαρονόπιτα είναι η πίτα που οι περισσότεροι από εμάς τη θυμόμαστε να συμπληρώνει το τραπέζι της Τυρινής και να μας χαρίζει την ευωδιά της και τη γεύση της.
Ανάλογα με την περιοχή ήταν με φύλλο ή χωρίς φύλλο.
Στα μέρη της βόρειας Πελοποννήσου συνήθως ήταν χωρίς φύλο και με ελάχιστα υλικά που μέσα από την απλότητά τους έδιναν ένα μεγαλειώδες γευστικό αποτέλεσμα.
Θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε ταπεινή πίτα με λίγα υλικά, αλλά εγώ θα την εντάξω στα Comfort foods – στα φαγητά με τα οποία μεγαλώσαμε και που θυμόμαστε με αγάπη φτιαγμένα από τα χέρια μαμάδων, γιαγιάδων και θειάδων.
Εδώ σας μεταφέρω μια συνταγή από την ορεινή Αιγιάλεια, όπως την έκαναν οι γυναίκες των χωριών και την οποία μου την αφηγήθηκε μια υπέργηρη ευγενική κυρία από τα μέρη αυτά*
Θα χρειαστούμε:
– Ένα πακέτο μακαρόνια Νο 5 -500 γρ.
– Πέντε αβγά χωριάτικα
– 400 γρ. φέτα τριμμένη με τα χέρια μας σε κομμάτια
– Μισό λίτρο φρέσκο γάλα κατσικίσιο
– Αγνό παρθένο λάδι
– Αλάτι, λίγο ανάλογα πόσο αλμυρή ή όχι είναι η φέτα
– Πιπέρι -όσο μας αρέσει
Προθερμαίνουμε τον φούρνο μας στους 180 °C.
Σπάμε τα μακαρόνια στη μέση και τα βράζουμε σε άφθονο αλατισμένο νερό και τα κρατάμε al dente-σκληρά στο δάγκωμα αλλά χωρίς καθόλου γεύση ωμού
Αφού τα σουρώσουμε τα βάζουμε πάλι στην κατσαρόλα και ρίχνουμε λίγο λάδι-ένα φλιτζανάκι του καφέ, και ανακατεύουμε.
Προσθέτουμε το γάλα, το οποίο το έχουμε σε θερμοκρασία δωματίου και συνεχίζουμε το ανακάτεμα να πέσει λίγο η θερμοκρασία των μακαρονιών και
προσθέτουμε τα αβγά, ελαφρώς χτυπημένα, την φέτα,
λίγο λάδι ακόμα, το αλάτι και το πιπέρι και ανακατεύουμε.
Λαδώνουμε πολύ καλά ένα αντικολλητικό ταψί αναλόγου μεγέθους και
ρίχνουμε τα μακαρόνια.
Με την παλάμη μας την οποία έχουμε αλείψει με λάδι, στρώνουμε απαλά-απαλά τα μακαρόνια, ώστε η επιφάνειά τους να είναι απολύτως λεία.
Ψήνουμε για περίπου 45 με 50 λεπτά της ώρας μέχρι να πάρουν ένα χρυσαφί χρώμα τα μακαρόνια.
Σερβίρουμε στο γιορτινό τραπέζι της Κυριακής της Τυροφάγου μαζί με υπόλοιπα γαλακτοκομικά φαγητά,
αυγά και ποικιλίες από σαλάτες λαχανικών,
όπως βραστά μπρόκολα και παραπούλια με λάδι και λεμόνι,
ραδίκια βραστά ή ωμά σαλάτα με την προσθήκη άνηθου και μαϊντανού πασπαλισμένα με κομμάτια φέτας και φρέσκο προζυμένιο ψωμί!
Καλή σας όρεξη και καλή Σαρακοστή!
            Και λίγα λόγια για την διατροφή των ημερών και όχι μόνο:
Η εβδομάδα της Τυρινής, για φέτος το 2019, τελειώνει αύριο την Κυριακή της Τυρινής ή Τυροφάγου, την τελευταία μέρα δηλαδή πριν την έναρξη της Μεγάλης Σαρακοστής που ξεκινά την Δευτέρα –την Καθαρά Δευτέρα.
Και από πολύ παλιά ό,τι προϊόντα χρησιμοποιούσε ο άνθρωπος για να παρασκευάσει την τροφή του ήταν απόλυτα συνδεδεμένο µε τις εποχές του χρόνου, με τη γη,
με τον ήλιο.
Οι κουζίνες των σπιτιών ήταν συμπληρωμένες με προϊόντα εποχής,
ανέδυαν δυνατές, αυτούσιες γεύσεις, δημιουργικά λιτές, απλές μα καθόλου απλοϊκές,
ευφάνταστες,
καθημερινές,
αλλά και εορταστικές όταν το απαιτούσαν οι καταστάσεις.
Η μακαρονόπιτα και γενικά οι πίτες με γάλα και τυρί μαζί με τα αυγά ήταν το σήμα κατατεθέν της εβδομάδας της Τυρινής και ειδικά του εορταστικού τραπεζιού της Κυριακής της Τυροφάγου.
Με τα αυγά έκλεινε και η μεγάλη περίοδος του Τριωδίου, καθώς ήταν και το βραδινό γεύμα της Κυριακής της Τυροφάγου,
Αυγά, βρασμένα ή ψημένα στο τζάκι.
Το έθιμο αυτό μου το έχουν διηγηθεί υπέργηρα άτομα και από περιοχές της Αιγιάλειας όπου το βράδυ της Κυριακής της Τυροφάγου, έβαζαν τα αυγά τους κοντά στην “θράκα του τζακιού” για να ψηθούν και περίμεναν να δουν ποιανού το αυγό θα “ιδρώσει” πρώτο.
Το άτομο που τα αυγό του “ίδρωνε” πρώτο θα είχε και την καλύτερη χρονιά.
Και αυγό θα έτρωγαν πάλι το Πάσχα.
Οι έρευνες λοιπόν έχουν αποδείξει ότι η μακροζωία και ευζωίας των προγόνων μας οφειλόταν σε αυτή τη διατροφή η οποία ήταν απαλλαγμένη από συντηρητικά,
γαλακτωματοποιητές,
σταθεροποιητές και άλλα βαρύγδουπα συστατικά και σε ένα σταθερό διαιτολόγιο με τους εμφανείς περιορισμούς μέσα στη χρονιά που εκτός των άλλων είχε και αποτοξινωτικό χαρακτήρα.
Τα “ταπεινά” υλικά τα είχε κάθε οικογένεια στον κήπο της, και στο ντουλάπι της και βέβαια τίποτα δεν πετάγονταν στα σκουπίδια,ό,τι περίσσευε γινόταν μια καινούργια συνταγή για να χορτάσει η οικογένεια την άλλη ημέρα, γιατί ο μόχθος ήταν βαρύς.
Αυτή λοιπόν “η μαγειρική των περιστάσεων” ή η μαγειρική της Κατοχής του Θέμου Ποταμιάνου και η cucina povera, των Ιταλών -η «φτωχή» κουζίνα, ήταν συνάμα πλουσιότατη σε γεύση αλλά και σε θρεπτική αξία!
Αυτά τα ταπεινά υλικά έκρυβαν μέσα τους μια πληθώρα θρεπτικών συστατικών που, ούτε και τα ίδια τα άτομα που τα μαγείρευαν και τα γεύονταν δεν αντιλαμβάνονταν την σπουδαιότητά τους.
Μέχρι τη δεκαετία του’60, το φαγητό στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, του λαμπερού ήλιου και της γαλάζιας θάλασσας επισφράγιζε τις μεγάλες οικογενειακές εκδηλώσεις όπως τη γέννηση, το γάμο αλλά και το θάνατο, τις θρησκευτικές γιορτές, τις βασικές αγροτικές εργασίες, όπως τον τρύγο,
το αλώνισμα, το μάζεμα της ελιάς.
Όλα γίνονταν με ορθή κρίση, χωρίς φιοριτούρες και τις περισσότερες φορές υπήρχαν χάρη στη δημιουργικότητα και τη φαντασία της μαγείρισσας του σπιτιού, της γυναίκας που έπρεπε πάση θυσία και με ότι υλικά είχε να ταΐσει την οικογένειά της.
Η περιορισμένη διαθεσιμότητα των πρώτων υλών ανάγκαζε τη φαντασία να δουλέψει και να κατεβάσει ιδέες και να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τα λίγα υλικά που είχε στην κατοχή της.
– Με τα άγρια ραδίκια,
τις καυκαλήθρες,
τα μυρώνια,
τις παπαρούνες,
τις τσουκνίδες και με μια απλή ζύμη με αλεύρι,
νερό και αλάτι είχαμε τις ασυναγώνιστες και πεντανόστιμες πίτες των ελληνικών χωριών.
– Με λίγα ξερά κρεμμύδια,
αλεύρι,
νεράκι,
μάραθο,
ξινοτύρι και λίγο λάδι είχαμε τις περίφημες κρεμμυδόπιτες και μαραθόπιτες της νησιωτικής Ελλάδας.
– Χωρίς φύλλο, με λίγη μπομπότα στον πάτο του ταψιού και αρκετή στην επιφάνεια της γέμισης, η οποία ήταν με άγρια χόρτα, ενισχυμένα με μυρωδικά,
ένα αυγό,
λίγη φέτα και λίγο λάδι είχαμε την περίφημη ρουμελιώτικη μπαμπανέτσα.
Και είχαμε πολλές πίτες στην Ελλάδα, που ήταν τα αμέσως πιο διαδεδομένα φαγητά μετά τα φαγητά κατσαρόλας.
Πίτες που έκρυβαν μέσα τους τη μαγεία των διαφορετικών κάθε φορά υλικών, λόγω εποχής.
Και ίσως έχει έρθει η εποχή να ξαναθυμηθούμε τους ξεχασμένους – λόγω ευμάρειας;! – θησαυρούς της κουζίνας των λαών της μεσογείου που ανάμεσά τους βρίσκεται και η χώρα μας
Να ψάξουμε στη μνήμη μας και να αναζητήσουμε ξεχασμένες γεύσεις, να τις ξαναμαγειρέψουμε,
να τις γνωρίσουμε στις νέες γενιές, ξεκινώντας από τα μικρά-μικρά παιδιά.
Η απλότητα και η καθαρότητα των γεύσεων είναι σίγουρο πως δεν θα τα αφήσει ασυγκίνητα.
Ο πλανήτης μας ήδη αναστενάζει από τα μεταλλαγμένα και μεταποιημένα προϊόντα, η οικολογική μας συνείδηση πρέπει να αρχίζει να αφυπνίζεται.
Πρέπει να γνωρίζουμε τι προϊόντα αγοράζουμε, γιατί πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα συγκεκριμένα προϊόντα,
πως πρέπει να τρώμε και γενικά, οι μαγειρικές μας τεχνικές πρέπει να αντανακλούν την ποιότητα του τρόπου ζωής μας.
Το να γνωρίζουμε ποιες και πώς να επιλέγουμε τις πρώτες ύλες και ποια είναι τα εποχικά προϊόντα  για την κουζίνα μας είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς και την υγεία μας θα προστατέψουμε αλλά και το πορτοφόλι μας.

Κείμενο και επιμέλεια κειμένου:thalia-botanologia.gr

  • Σε κάποια χωριά της Πελοποννήσου που δεν είχαν κάτι άλλο για γλυκό έφτιαχναν και γλυκές μακαρονόπιτες -ήταν ακριβώς η ίδια συνταγή με την προσθήκη ζάχαρης.’Έχω φάει τέτοια πίτα – και ομολογουμένως ήταν πεντανόστιμη!
Share: